Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Άρθρο - Εργασία Συναδέλφου


Η Διδακτική του 19ου αιώνα Μέσα από τον πίνακα του  Jacob Taanman.
                Υποναύαρχος (Ο) Δημήτριος Γεωργαντάς ΠΝ ε.α.
                 Ιωάννα – Θεοδοσία Γεωργαντά

When Teachers Back is Turned (Όταν ο δάσκαλος γυρίζει την πλάτη)

Βιογραφικό του Ζωγράφου

        
  Ο Ολλανδός Jacob Taanman γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1836 στο Zaandam και πέθανε στις 2 Απριλίου 1923 στο Amsterdam. Ήταν ζωγράφος, υδατογράφος και χαράκτης. Ήταν μαθητής στο Stadstekenschool στο Zaandam. Εργάστηκε στο Zaandam, από το 1858 στο Amsterdam και από το 1866 στο Oosterbeek για αρκετό χρονικό διάστημα. Οι πίνακές του έχουν λάβει διάφορα βραβεία, συμπεριλαμβανομένου χρυσού μεταλλίου το 1877 και του Spanish Decoration το 1898. Διάφορα μουσεία έχουν αγοράσει τα έργα του, όπως το Μουσεία Stedelik Amsterdam, Frans HalsHarlem, κ.α. 
Οι Πρώτες Σκέψεις Αντικρίζοντας τον Πίνακα
Διακρίνονται δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι. Ο κόσμος του δασκάλου, που είναι αφοσιωμένος αποκλειστικά στην αποτύπωση στον μαυροπίνακα των γνώσεών του για το αντικείμενο που διδάσκει στους μαθητές του. Και ο κόσμος των μαθητών, που είναι περιχαρακωμένοι στους δικούς τους κόσμους σε ομάδες ή και μοναχικοί, προσπαθώντας μέσα από τις όποιες εμπειρίες τους να γνωρίσουν τον πραγματικό κόσμο των ενηλίκων, του μέλλοντος.
   Τα Συναισθήματα Βλέποντας την Εικόνα


Βλέποντας τον ανωτέρω πίνακα δημιουργούνται στον παρατηρητή πολλά συναισθήματα. Μερικά από τα οποία είναι:
·          Απογοήτευση για τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος, την έλλειψη επικοινωνίας με τους μαθητές και την γενική ακατάστατη εικόνα της τάξης,
·          Κατανόηση για τους μαθητές ως προς την αδιαφορία τους για το μάθημα. Πιστεύεται ότι είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού και έλλειψης ενδιαφέροντος για τον τρόπο διδασκαλίας από τον δάσκαλο, ο οποίος λόγω έλλειψης ζήλου ή τεχνικής, δεν τους βοηθάει να αγαπήσουν το μάθημα,
·     Αναποτελεσματικότητα και μετάδοση «κενών» γνώσεων,
·     Έλλειψη ευχάριστης διάθεσης, χαράς, αισιοδοξίας,
·     Συνωμοσία πίσω από την πλάτη κάποιου,
·     Ασυνέπεια και ανευθυνότητα,
·     Έλλειψη παιδείας,
·     Πλημμελής έλεγχος, αγγαρεία και βαρεμάρα,
·     Εγωκεντρισμός,
·     Απαξίωση για το μάθημα,
·     Αδιαφορία και περιφρόνηση στον δάσκαλο,
·     Παιγνιώδη και ανέμελη κατάσταση,
·     Τρυφερότητα και νοσταλγία απέναντι στον δάσκαλο,
·     Αναμνήσεις των μαθητικών χρόνων.
   Το Μήνυμα του Ζωγράφου
Πιστεύεται ότι η εικαστική έκφραση του ζωγράφου επιδρά θετικά στην ψυχολογική κατάστασή του και δημιουργείται ψυχοθεραπεία. Η ζωγραφική είναι μία από τις πιο έντονες τέχνες, γιατί τα σχέδια και τα χρώματα καθρεπτίζουν τα ψυχολογικά κομμάτια του ατόμου και τα οποία βρίσκουν δίοδο απτής εξωτερίκευσης. Η ζωγραφική είναι τρόπος έκφρασης όπου ο καλλιτέχνης προσπαθεί να αποτυπώσει το περιβάλλον, τον τρόπο ζωής, κ.α. Προσπαθεί να αποδώσει τα χρώματα και τον γενικότερο τρόπο ζωής και πως αντιλαμβάνεται τον περίγυρο. Εκφράζει όχι μόνο την απτή πραγματικότητα, αλλά και την εσωτερική κατάστασή του και προσπαθεί μέσω του πίνακα να εξωτερικεύσει την αντίληψη και το συναίσθημά του και τη μετάφραση του κόσμου όπως αυτός τον βιώνει. Την στιγμή που ο ζωγράφος ασχολείται με το να εκφράσει μέσω του πίνακα προσωπικές εικόνες και συναισθήματα, τότε η θετική αύρα του ενεργοποιείται και συνδέεται με αυτά, ιδιαίτερα όταν ο καλλιτέχνης προσπαθεί να αναπαραστήσει βιώματα από παιδικές μνήμες ή από έντονα φορτισμένες καταστάσεις, θετικές ή αρνητικές.
   Το νόημα και το Ενδιαφέρον της Εικόνας
Απεικονίζει μία εποχή, το τέλος του 19ου αιώνα και τις απαρχές του 20ου αιώνα. Εμφαίνονται ορισμένα ήθη και τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής. Καταδεικνύεται ο ηλεκτροφωτισμός της αίθουσας με χρήση λαμπτήρων ηλεκτρικού ρεύματος. Ως εποχή του έτους προσδιορίζεται το καλοκαίρι, σύμφωνα με το ντύσιμο των παιδιών, αλλά και τα καπέλα τους που είναι τοποθετημένα με τάξη σε ράφι στον τοίχο, πίσω από την πλάτη των παιδιών. Θεωρείται περίεργο το γεγονός ότι γίνονταν μαθήματα καλοκαίρι, γιατί διαχρονικά το καλοκαίρι θεωρούνταν και θεωρείται χρόνος για ξεκούραση. Τα παιδιά δεν φαίνεται να έχουν βιβλία, ούτε τετράδια και πένες. Εντύπωση προκαλεί το ότι ο δάσκαλος φοράει καπέλο εντός της αίθουσας!
Ο δάσκαλος είναι ολοφάνερο ότι δεν έχει βάλει όρια / κανόνες στα παιδιά. Δεν έχει πειθαρχήσει την τάξη, γεγονός που φαίνεται από το χάος που επικρατεί στην αίθουσα. Πιθανότατα κατέχει το αντικείμενο του μαθήματος, αλλά είναι σίγουρο ότι δεν έχει προσεγγίσει με ενδιαφέρον τα παιδιά, προκειμένου να τον παρακολουθούν ευχάριστα. Διαφαίνεται ότι δεν ενδιαφέρεται να μεταδώσει γνώσεις. Δεν προκαλεί το ενδιαφέρον των παιδιών και αυτό δείχνει να μην τον απασχολεί. Δεν έχει κατακτήσει τα παιδιά ή δεν μπορεί να βρει τρόπο να επικοινωνήσει με αυτά, λόγω έλλειψης τεχνικής ή αδιαφορίας. Δεν δείχνει ζήλο. Είναι διεκπεραιωτής, ίσως λόγω ηλικίας ή κατάρτισης ή κινήτρων ή προσωπικών του θεμάτων και δεν δίνει πρωτοβουλίες στους μαθητές. Δεν στοχεύει να κεντρίσει το ενδιαφέρον των μαθητών, ίσως λόγω κούρασης του ίδιου, αλλά και των παιδιών μετά από πολύωρο μάθημα. Είναι απόμακρος και τα παιδιά δεν δείχνουν ενδιαφέρον και είναι αισθητή η κούραση και η βαρεμάρα τους.
Αξιολογώντας τη διδακτική διαδικασία του δασκάλου είναι ορατή η αναποτελεσματικότητα της διδακτικής του σε σχέση με την επίτευξη των στόχων. Διαπιστώνεται η αναποτελεσματικότητα μετάδοσης γνώσεων και βελτίωσης των μαθητών. Η αλληλεπίδραση - ανατροφοδότηση των συμμετεχόντων στην εκπαιδευτική διαδικασία (δασκάλου και μαθητών) είναι μηδαμινή. Δεν διαφαίνεται η να επιτυγχάνεται η απαιτούμενη διαρκής βελτίωση – ανάπτυξη των μαθητών. Ο δάσκαλος δείχνει χωρίς συγκεκριμένους στόχους και στην περίπτωση που έχει ορίσει, υπάρχει αίσθηση τεράστιας απόκλισης στόχων και αποτελεσμάτων. Ο ρόλος του ως δασκάλου αποδεικνύεται ανεπιτυχής. Αποδεικνύει ότι ο δάσκαλος δεν έχει διερευνήσει και αποτυπώσει την ατομική και συλλογική πορεία των μαθητών, όσον αφορά τις ικανότητες, ενδιαφέροντα και ιδιαιτερότητες σε όλα τα στάδια της μαθησιακής διαδικασίας. Απαθής ως προς την δυνατότητα συγκρότησης ομάδων (κάτι που φαίνεται εφικτό από την εικόνα) και καταμερισμού των εργασιών ανάλογα με τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις των μαθητών.
Ο δάσκαλος δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για την ποιοτική αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, που θα προσφέρει στην ενίσχυση και ενθάρρυνση των μαθητών και θα δημιουργήσει κίνητρα μάθησης. Αδιαφορεί για τον εντοπισμό τυχόν μαθησιακών δυσκολιών (π.χ. ένα παιδί κάθεται στο πάτωμα και φαίνεται να μην έχει αίσθηση της υποχρέωσης μάθησης) και ελλείψεων των μαθητών, με σκοπό να σχεδιάσει κατάλληλες παρεμβάσεις για την βελτίωση της διδασκαλίας του. Δεν φροντίζει για την δημιουργία ερευνητικού πνεύματος, αποκόμισης γνώσεων και δεξιοτήτων και ανάπτυξης υπευθυνότητας διαμέσου διαδικασιών ομαδικών εργασιών. Δεν μεριμνά για την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης των μαθητών και την εν γένει συγκρότηση της προσωπικότητάς τους. Δεν λαμβάνει την πασιφανή πληροφορία της αδιαφορίας των μαθητών, ώστε να προχωρήσει στις απαραίτητες αποφάσεις τροποποίησης του σχεδιασμού της διδακτικής μεθόδου. Πιθανόν, η μη προσπάθεια του δασκάλου να προσελκύσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των μαθητών στο αντικείμενο της διδασκαλίας, να εξηγείται από το ότι η συγκεκριμένη ώρα μαθήματος ίσως να είναι η τελευταία της ημέρας και η κούραση να τους έχει όλους νικήσει.
   Παρατηρήσεις - Εντυπώσεις Τεχνικών Στοιχείων του Έργου
Ο πίνακας είναι λάδια σε καμβά και έχει άμεση σχέση με την Ολλανδική ηθογραφία και τις καθημερινές σκηνές. Το αξιοσημείωτο είναι όμως ότι βλέπουμε πως ενώ υπάρχει ένας ρεαλισμός σαν αυτόν που εισήγαγε το Μόναχο τον 19ο αιώνα, παίζει μεγάλο ρόλο το φως στην παράσταση το οποίο εισέρχεται από τα παράθυρα. Αυτό είναι το κλειδί τεχνοτροπικής κατανόησης του έργου, καθώς υπάρχει μια μικρή ιμπρεσιονιστική επιρροή, όχι του γαλλικού ιμπρεσιονισμού με τις γρήγορες πινελιές, αλλά του γερμανικού που εισάγει την επεξεργασία και την επιρροή του φωτός. Αυτό θυμίζει τον Ιακωβίδη, ο οποίος είναι αυτός από τη γενιά του Μονάχου που έκανε αντίστοιχες συνθέσεις και χρησιμοποίησε το φως και τα παράθυρα. Ο πιο γνωστός του πίνακας, που είναι η παιδική χορωδία, έχει ένα αντίστοιχο κλίμα και θυμίζει πολύ έντονα αυτό τον πίνακα. Και ο Σαββίδης ασχολήθηκε πολύ με το φως αλλά πιο έντονα κι επομένως πιο κοντά στη γαλλική αντιμετώπιση. Κατά τα άλλα κάνει εντύπωση η σύνθεση κατά την οποία οι μαθητές είναι στο πρώτο πλάνο και οι περισσότεροι κατά πρόσωπο στον θεατή, ενώ ο δάσκαλος που υποτίθεται πρωταγωνιστεί στον πίνακα είναι σε δεύτερο πλάνο. Ίσως προσπαθεί να δείξει μια παιγνιώδη κι’ ανέμελη κατάσταση, ενώ παράλληλα μια τρυφερότητα και μια νοσταλγία απέναντι στον δάσκαλο και ως ανάμνηση όλων μιας παλιάς κατάστασης στα μαθητικά χρόνια.
Στον πίνακα ο ζωγράφος απεικονίζει με χιούμορ τι κάνουν οι μικροί μαθητές στην αίθουσα, όταν ο δάσκαλος γυρίζει την πλάτη για να γράψει στον μαυροπίνακα. Μιλούν μεταξύ τους και δείχνουν αδιαφορία για μάθηση. Είναι ολοφάνερο ότι δεν τους αρέσει το μάθημα. Είναι εμφανής η μη συμμετοχή και η έλλειψη προσπάθειας, έστω και τυπικής παρακολούθησης της παράδοσης του μαθήματος από το δάσκαλο. Το μη ενδιαφέρον των μαθητών στη διδασκαλία επιτείνεται από τον ζωγράφο τοποθετώντας τον μαυροπίνακα στο πλάι όπως κάθονται οι μαθητές, αντί να είναι ακριβώς μπροστά στα πρόσωπά τους, όπως οι παιδαγωγικοί κανόνες επιτάσσουν. Στα αριστερά του πίνακα είναι η έδρα του δασκάλου με το κάθισμά του τοποθετημένο σε θέση που ο δάσκαλος δεν έχει συνεχή οπτική επαφή με τους μαθητές του! Ίσως αυτό να οφείλεται στο δασκαλοκεντρικό σύστημα της διδασκαλίας της εποχής ή σε έλλειψη διαθέσιμου χώρου. Επιπρόσθετα, αρκετά ψηλά στον τοίχο πίσω από την πλάτη των παιδιών βρίσκεται ένα ράφι με βιβλία, το οποίο όμως είναι μάλλον για χρήση μόνο από τον δάσκαλο και όχι από τους μαθητές.
Δεν κατορθώθηκε να προσδιοριστεί η ακριβής χρονολογία δημιουργίας του πίνακα από τον ζωγράφο. Ο πίνακας κυκλοφορεί σε διαφορετικά δομικά σχέδια. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο δάσκαλος φοράει πηλίκιο (καπέλο) την ώρα της διδασκαλίας. Πιθανόν να ήταν αναγκαίο συστατικό τμήμα της ενδυμασίας του δασκάλου της εποχής. Τα ξύλινα θρανία των μαθητών είναι μονοκόμματα και με το κατώτερο τμήμα τους να είναι και αυτό ξύλινο, ώστε τα πόδια των παιδιών να πατάνε σε ξύλο και όχι σε πάτωμα. Τα θρανία είναι κυριολεκτικά κουτάκια - κλουβιά. Σε ένα μακρόστενο θρανία στοιβάζονται μέχρι και έξι μαθητές! Χωρίς δυνατότητα άνεσης κινήσεων. Σου δίνει την εντύπωση ανθρώπων φυλακισμένων σε αμπάρια πλοίων! Είναι η εποχή της χρησιμοποίησης μεθόδων διδασκαλίας που δεν λαμβάνουν σοβαρά υπόψη την προσωπικότητα των μαθητών και την ανάγκη υλοποίησης αποτελεσματικών και αποδοτικών διδακτικών μεθόδων.
Η τρομακτική επιτυχία της ζωγραφικής των Ολλανδών του 17ου αιώνα παραμέρισε το έργο των επερχόμενων γενεών και ουδείς καλλιτέχνης του 18ου και 19ου αιώνα, εκτός του Βίνσεντ Βαν Γκόγκ (1853-1890), ο οποίος ανήκε στο ρεύμα του μεταϊμπρεσιονισμού – εξπρεσιονισμού, δεν έγινε γνωστός εκτός Ολλανδίας. Κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα λόγω του Διαφωτισμού αναπτύσσεται το καλλιτεχνικό ρεύμα του ρεαλισμού στην Αγγλία και τη Γαλλία. Παρόμοια και κατά τον 19ο αιώνα οι καλλιτέχνες επηρεάστηκαν από τον ρεαλισμό. Συνέχισαν να δανείζονται θέματα της καθημερινότητας με τους Ολλανδούς ζωγράφους να πρωτοστατούν. Οι πίνακες ζωγραφικής της εποχής αυτής αντανακλούν τις παραδόσεις του λεπτομερούς ρεαλισμού, κληροδότημα της πρώιμης φλαμανδικής ζωγραφικής. Επειδή η «Συντεχνία» των καλλιτεχνών που ήλεγχε την μαθητεία των νέων καλλιτεχνών και το εμπόριο των έργων τέχνης, δεν ήταν πλέον λειτουργική, δημιουργήθηκαν οι Ακαδημίες Τεχνών. Η Ακαδημία Τεχνών της Χάγης είναι ένα παράδειγμα και όπου φοίτησε και ο Taanman.  
Ο Taanman κατατάσσεται στο καλλιτεχνικό ρεύμα των ρεαλιστών. Δημιουργούσε πίνακες ειδυλλιακούς όλο ζωντάνια, δύναμη και χαρά, με χρώματα φωτεινά και ζεστά. Ζωγράφιζε γυναίκες και παιδιά με πινελιές λεπτές και δυναμικές. Απέδιδε τοπία με χρώματα σε τέλεια εναρμόνιση μεταξύ τους. Ζωγράφιζε τοπία και νεκρές φύσεις. Είχε επιδεξιότητα στην ζωγραφική προσωπογραφιών με μεγάλη λεπτομέρεια και με ρεαλιστικά εφέ φωτισμού. Απέδιδε με ακρίβεια τις λεπτές πτυχώσεις των υφασμάτων και των ενδυμάτων. Απεικόνιζε σκηνές από την καθημερινή ζωή. Ο αναφερόμενος πίνακας είναι σε λάδι και σε βαμβακερό καμβά (όχι πλαστικό – νάιλον). Οι διαστάσεις του είναι 24 και 36 ίντσες (60,96 cm και 91,44 cm). Εμπνέονταν από την πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα που την είχε προσαρμόσει στον χαρακτήρα του και τις ιδέες του.
Χωρικά η αίθουσα προσδιορίζεται σε χωριό (School Edward Lamson Henry), μέσα στη φύση. Αυτό αποδεικνύεται αν κοιτάξουμε έξω από τα παράθυρα. Το δείχνουν το άπλετο φως στα πρόσωπα των παιδιών, την ενδυμασία τους, την άνεσή τους με τον χώρο (ένα παιδί δεξιά στην εικόνα φαίνεται να κάθεται στο πάτωμα) και το ότι υπάρχουν οι δύο λαμπτήρες μόνο να φωτίζουν τον πίνακα (στην εικόνα φαίνεται ότι είναι σβηστοί). Ίσως με τους δύο ηλεκτρικούς λαμπτήρες να ήθελε ο ζωγράφος να δώσει περισσότερο φως στον πίνακά του. Την ίδια χρονική περίοδο στην Ελλάδα μεσουρανούν οι ζωγράφοι της «Σχολής του Μονάχου» με έργα επίσης του ιστορικού ρεαλισμού και της ηθογραφίας: Νικηφόρος Λύτρας (1832-1904) (και ιμπρεσιονιστής), Νικόλαος Γύζης (1842-1900), Γεώργιος Ιακωβίδης (1853-1932), Συμεών Σαββίδης (1859-1927) και Πολυχρόνης Λεμπέσης. (1848-1913), που εμφορούνται από το καλλιτεχνικό ρεύμα του νατουραλισμό. Εξετάζοντας τους πίνακες των ανωτέρω Ελλήνων ζωγράφων διαπιστώνονται πολλά κοινά στοιχεία ως προς την τεχνοτροπία με τον Taanman.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.